Οι παράνομες τουρκικές διεκδικήσεις, οι απαντήσεις της Ελλάδας και η θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης

 Οι παράνομες τουρκικές διεκδικήσεις


    Οι αμφισβητήσεις και οι διεκδικήσεις της Τουρκίας σε βάρος της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας ξεκίνησαν στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Ειδικότερα, το 1973 έχουμε την εμφάνιση των πρώτων διεκδικήσεων κατά της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Έναν χρόνο αργότερα, το καλοκαίρι του 1974, τα τουρκικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Κύπρο και στη συνέχεια ακολούθησαν τα γνωστά και θλιβερά για όλους μας γεγονότα. Το 1975, αμφισβητήθηκε για πρώτη φορά και ο ελληνικός εναέριος χώρος ενώ στα πλαίσια της αυξανόμενης έντασης, που ήταν απόρροια της αύξησης της συχνότητας και της ποσότητας των τουρκικών αμφισβητήσεων και διεκδικήσεων κατά της Ελλάδας, οι δύο χώρες έφτασαν κοντά σε γενικευμένη ένοπλη σύρραξη  δύο φορές (τον Μάρτιο του 1987 και τον Ιανουάριο του 1996).

    Όλες οι αμφισβητήσεις και οι διεκδικήσεις της Τουρκίας σε βάρος της Ελλάδας είναι παράνομες διότι αναφέρονται σε ζητήματα τα οποία έχουν ήδη επιλυθεί κατά το παρελθόν, είτε μέσω των Διεθνών Συμβάσεων, είτε μέσω του Διεθνούς Δικαίου και κυρίως, του Δικαίου της Θάλασσας.

    Η μόνη διαφορά που υφίσταται μεταξύ των δύο χωρών είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας (και εσχάτως, ύστερα από τις πρόσφατες εξελίξεις, της ΑΟΖ). Για τον λόγο αυτό, η Ελλάδα έχει ζητήσει επανειλημμένως να λυθεί αυτό το πρόβλημα στη βάση των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας ενώ παράλληλα, έχει αποδεχθεί με δήλωσή της και τη γενική υποχρεωτική δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης.

Ας δούμε όμως ποιες είναι οι παράνομες αμφισβητήσεις και διεκδικήσεις της Τουρκίας σε βάρος της χώρας μας:

1. Η Τουρκία απειλεί πως θα κηρύξει πόλεμο στην Ελλάδα αν η τελευταία επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της στα 12 ναυτικά μίλια.

2. Αμφισβητεί το εύρος του ελληνικού εθνικού εναέριου χώρου.

3. Αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία πολλών κατοικημένων αλλά και ακατοίκητων νησιών.

4. Αμφισβητεί τα θαλάσσια σύνορα.

5. Αμφισβητεί τις αρμοδιότητες της χώρας μας εντός του FIR Αθηνών.

6. Αμφισβητεί τις αρμοδιότητες της Ελλάδας εντός της περιοχής ευθύνης της για θέματα έρευνας και διάσωσης.

7. Απαιτεί από την χώρα μας να αποστρατιωτικοποιήσει τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.

 

Οι απαντήσεις της Ελλάδας


1. Σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας, η Ελλάδα δικαιούται να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της στα 12 ναυτικά μίλια μονομερώς και χωρίς κανένα περιορισμό και καμία αμφισβήτηση από τρίτα κράτη. Αν και από το 1936, η χώρα μας όρισε το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης της στα 6 ναυτικά μίλια από τις ακτές, έχει το δικαίωμα να την επεκτείνει μέχρι και τα 12 ναυτικά μίλια οποιαδήποτε στιγμή θελήσει. Λόγω αυτής της δυνατότητας που απέκτησε η Ελλάδα το 1995, μετά την κύρωση της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας, η τουρκική Βουλή εξουσιοδότησε με ψήφισμά της την τουρκική κυβέρνηση να κηρύξει πόλεμο στην Ελλάδα σε περίπτωση που ασκήσει αυτό το κυριαρχικό της δικαίωμα. Αυτό το ψήφισμα αντίκειται στο Προοίμιο και στο άρθρο 2 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Σε αυτό το σημείο, αξίζει να αναφερθεί πως η συντριπτική πλειοψηφία των παράκτιων κρατών έχει ορίσει το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ναυτικά μίλια, συμπεριλαμβανομένου και της ίδιας της Τουρκίας, που από το 1964, έχει επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της, τόσο στον Εύξεινο Πόντο, όσο και στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο, επίσης στα 12 ναυτικά μίλια.

2. Το μέγιστο εύρος του εθνικού εναέριου χώρου συμπίπτει με το μέγιστο εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης, σύμφωνα με αυτά που προβλέπει το Δίκαιο της Θάλασσας. Από το 1931, έχουμε ορίσει το εύρος του εθνικού εναέριου χώρου μας στα 10 ναυτικά μίλια, όμως και σε αυτή την περίπτωση η Ελλάδα έχει το δικαίωμα να το επεκτείνει στα 12 ναυτικά μίλια. Οι αμφισβητήσεις της Τουρκίας είναι αβάσιμες και σε αυτή την περίπτωση διότι η χώρα μας έχει προχωρήσει στην γνωστοποίηση της νομοθεσίας που προβλέπει ότι «ο δικαιούμενος το μείζον, δικαιούται και το έλασσον». Αυτό σημαίνει ότι η άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας στα 10 ναυτικά μίλια είναι απολύτως νόμιμη γιατί δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο των 12 ναυτικών μιλίων που ορίζεται από το Δίκαιο της Θάλασσας, όπως προαναφέρθηκε. Επίσης, από το 1931 που η Ελλάδα όρισε τον εναέριο χώρο της και για πολλές δεκαετίες, η Τουρκία δεν είχε εκφράσει ποτέ καμία διαμαρτυρία ή αμφισβήτηση, γεγονός που θεμελιώνει, κατά το διεθνές δίκαιο, σιωπηρή αποδοχή.

3. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αξιωματούχοι του τουρκικού κράτους ανέπτυξαν την θεωρία των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο Πέλαγος, σύμφωνα με την οποία στην Ελλάδα ανήκουν μόνο εκείνα τα νησιά τα οποία αναφέρονται ονομαστικά στα κείμενα των Συνθηκών. Όμως, και σε αυτή την περίπτωση, η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική αφού η κυριαρχία όλων των νησιών του Αιγαίου Πελάγους έχει ρυθμιστεί από τα άρθρα 12, 15 και 16 της Συνθήκης της Λωζάννης (Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 12: «Η ληφθείσα απόφασις της 13ης Φεβρουαρίου 1914 υπό της Συνδιασκέψεως του Λονδίνου εις εκτέλεσιν των άρθρων 5 της Συνθήκης του Λονδίνου της 17/30 Μαϊου 1913 και 15 της Συνθήκης των Αθηνών της 1/14 Νοεμβρίου 1913, η κοινοποιηθείσα εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν τη 13 Φεβρουαρίου 1914 και αφορώσα εις την κυριαρχίαν της Ελλάδος επί των νήσων της Ανατολικής Μεσογείου, εκτός της Ίμβρου, Τενέδου και των Λαγουσών νήσων (Μαυρυών), ιδία των νήσων Λήμνου, Σαμοθράκης, Μυτιλήνης, Χίου, Σάμου και Ικαρίας επικυρούται, υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων της παρούσης Συνθήκης των συναφών προς τις υπό την κυριαρχίαν της Ιταλίας διατελούσας νήσους, περί ων διαλαμβάνει το άρθρο 15. Εκτός αντιθέτου διατάξεως της παρούσης Συνθήκης, αι νήσοι, αι κείμεναι εις μικροτέραν απόστασιν των τριών μιλίων της ασιατικής ακτής, παραμένουσιν υπό την τουρκικήν κυριαρχίαν», σύμφωνα με το άρθρο 15: «Η Τουρκία παραιτείται υπέρ της Ιταλίας παντός δικαιώματος και τίτλου επί των κάτωθι απαριθμουμένων νήσων, τουτέστι της Αστυπαλαίας, Ρόδου, Χάλκης, Καρπάθου, Κάσσου, Τήλου, Νισύρου, Καλύμνου, Λέρου, Πάτμου, Λειψούς, Σύμης και Κω, των κατεχομένων νυν υπό της Ιταλίας και των νησίδων των εξ αυτών εξαρτωμένων, ως και της νήσου Καστελλορίζου». Περαιτέρω, το άρθρο 14 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων (10.12.1947) προβλέπει : «Η Ιταλία εκχωρεί εις την Ελλάδα εν πλήρει κυριαρχία τας νήσους της Δωδεκανήσου τας κατωτέρω απαριθμουμένας, ήτοι: Αστυπάλαιαν, Ρόδον, Χάλκην, Κάρπαθον, Κάσον, Τήλον, Νίσυρον, Κάλυμνον, Λέρον, Πάτμον, Λειψών, Σύμην, Κω και Καστελλόριζον, ως και τας παρακειμένας νησίδας» και σύμφωνα με το άρθρο 16: «Η Τουρκία δηλοί ότι παραιτείται παντός τίτλου και δικαιώματος πάσης φύσεως επί των εδαφών ή εν σχέσει προς τα εδάφη άτινα κείνται πέραν των προβλεπομένων υπό της παρούσης Συνθήκης ορίων, ως και επί των νήσων, εκτός εκείνων ων η κυριαρχία έχει αναγνωρισθή αυτή δια της παρούσης Συνθήκης, της τύχης των εδαφών και των νήσων τούτων κανονισθείσης ή κανονισθησομένης μεταξύ των ενδιαφερομένων. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουσι τας συνομολογηθείσας ή συνομολογηθησομένας ιδιαιτέρας συμφωνίας μεταξύ της Τουρκίας και των ομόρων χωρών λόγω της γειτνιάσεως αυτών»). 

4. Τα θαλάσσια σύνορα της χώρας μας με την Τουρκία έχουν οριοθετηθεί από το Δίκαιο της Θάλασσας, το Πρωτόκολλο των Αθηνών (1926) και τη Συνθήκη των Παρισίων (1947). Ειδικότερα, η θαλάσσια περιοχή στις εκβολές του Έβρου έχει ρυθμιστεί από το Πρωτόκολλο των Αθηνών (1926). Από τις εκβολές του Έβρου μέχρι τη Σάμο και την Ικαρία, εφαρμόζεται η αρχή της ίσης απόστασης/μέσης γραμμής, πάντα σύμφωνα με το Εθιμικό Δίκαιο που είναι ενσωματωμένο στο Δίκαιο της Θάλασσας. Στο άρθρο 15 της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας, προβλέπεται ότι σε περίπτωση που δεν υπάρχει συμφωνία οριοθέτησης, κανένα κράτος δεν δικαιούται να επεκτείνει την αιγιαλίτιδά του ζώνη πέραν της μέσης γραμμής. Τέλος, από τη Σάμο μέχρι και τα Δωδεκάνησα, τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας έχουν ρυθμιστεί βάσει της Συμφωνίας της 4ης Ιανουαρίου 1932 και του Πρωτοκόλλου της 28ης Δεκεμβρίου 1932 μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας. Η Ελλάδα υπεισήλθε ως διάδοχο κράτος στις σχετικές ρυθμίσεις των συμφωνιών αυτών, βάσει του άρθρου 14(1) της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων της 10ης Φεβρουαρίου 1947 που εκχωρεί την κυριαρχία των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα.

5. Το FIR Αθηνών έχει οριοθετηθεί από τον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO) (η ίδρυση του οποίου προβλέφθηκε από τη Σύμβαση περί Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας που υπογράφθηκε στο Σικάγο τον Δεκέμβριο του 1944), στα πλαίσια των περιοχικών συνδιασκέψεων αεροναυτιλίας Ευρώπης κατά τα έτη 1950, 1952 και 1958. Η Τουρκία, παρά το γεγονός ότι ήταν παρούσα σε αυτές τις συνδιασκέψεις και δέχθηκε τη συμφωνία, από τον Αύγουστο του 1974, ισχυρίζεται ότι η Σύμβαση του Σικάγο δεν αφορά τα κρατικά αεροσκάφη και γι’ αυτό τα στρατιωτικά της αεροσκάφη πραγματοποιούν πτήσεις στο FIR Αθηνών χωρίς να καταθέτουν σχέδιο πτήσης. Αυτός ο ανυπόστατος τουρκικός ισχυρισμός θέτει καθημερινά σε κίνδυνο την ασφάλεια χιλιάδων ανθρώπων που χρησιμοποιούν τα πολιτικά αεροσκάφη για τις μετακινήσεις τους από και προς της Ελλάδα, αφού η μη κατάθεση σχεδίου πτήσης από τα τουρκικά αεροσκάφη αποτελεί παράβαση των κανόνων της Εναέριας Κυκλοφορίας. Για τον λόγο αυτό, η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία εξαναγκάζεται να προβαίνει σε διαδικασίες αναγνώρισης των τουρκικών αεροσκαφών που εισέρχονται στο FIR Αθηνών χωρίς σχέδιο πτήσης.

6. Τα όρια των περιοχών εντός των οποίων η Ελλάδα έχει την ευθύνη να πραγματοποιήσει έρευνα και διάσωση σε περίπτωση αεροπορικού ή ναυτικού ατυχήματος ρυθμίζονται από τη Σύμβαση του Σικάγο (1944) και τους κανόνες αλλά και τις συστάσεις του ICAO. Πιο συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της Συνδιάσκεψης του ICAO το 1952, αποφασίστηκε ότι το FIR Αθηνών συμπίπτει με τις ελληνικές περιοχές έρευνας και διάσωσης σε περίπτωση αεροπορικού ατυχήματος. Το 1975, η Ελλάδα δήλωσε την περιοχή ευθύνης της για ναυτική έρευνα και διάσωση και στον Διακυβερνητικό Ναυτιλιακό Συμβουλευτικό Οργανισμό (IMCO). Επίσης, τόσο κατά την υπογραφή όσο και κατά την επικύρωση της Σύμβασης του Αμβούργου του 1979, που ρυθμίζει θέματα ναυτικής έρευνας και διάσωσης και υιοθετήθηκε στο πλαίσιο του ΙΜΟ, η Ελλάδα δήλωσε ότι η περιοχή ευθύνης της συμπίπτει με το FIR Αθηνών. Εντούτοις, το 1988, η Τουρκία εξέδωσε κανονισμό με τον οποίο όρισε ως περιοχή ευθύνης της για παροχή υπηρεσιών έρευνας και διάσωσης, χωρίς να διευκρινίζει εάν πρόκειται για ναυτικά ή αεροπορικά ατυχήματα, περιοχή που περιλαμβάνει τμήμα του FIR Αθηνών μέχρι το μέσο περίπου του Αιγαίου. Αυτός ο κανονισμός, πέρα από το γεγονός ότι παραβιάζει τις συστάσεις του IMO και του ICAO, παραβιάζει και την εθνική κυριαρχία της χώρας μας, αφού σε αυτές τις περιοχές περιλαμβάνονται ελληνικά νησιά, ελληνικά χωρικά ύδατα και ελληνικός εναέριος χώρος.

7. Η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου είναι μια ακόμη παράνομη τουρκική διεκδίκηση που δεν έχει καμία νομική βάση. Το καθεστώς των νησιών αυτών ρυθμίζεται με απόλυτη σαφήνεια από τις συνθήκες της Λωζάννης (1923), του Μοντρέ (1936) και των Παρισίων (1947). Ειδικότερα, ενώ η αποστρατιωτικοποίηση της Λήμνου και της Σαμοθράκης προβλεπόταν από τη Συνθήκη της Λωζάννης, αυτή αντικαταστάθηκε από τη Συνθήκη του Μοντρέ 13 χρόνια αργότερα. Το δικαίωμα της Ελλάδας να εξοπλίσει τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη αναγνωρίσθηκε από την Τουρκία, σύμφωνα με την επιστολή που απηύθυνε ο Τούρκος Πρέσβης στην Αθήνα στον τότε Έλληνα Πρωθυπουργό, στις 6 Μαΐου του 1936. Το καθεστώς της Μυτιλήνης, της Χίου, της Σάμου και της Ικαρίας ρυθμίζεται από το άρθρο 13 της Συνθήκης της Λωζάννης (Ειδικότερα: «Προς εξασφάλισιν της ειρήνης, η Ελληνική Κυβέρνησις υποχρεούται να τηρή εν ταις νήσοις Μυτιλήνη, Χίω, Σάμω και Ικαρία τα ακόλουθα μέτρα: 1) Αι ειρημέναι νήσοι δεν θα χρησιμοποιηθώσιν εις εγκατάστασιν ναυτικής βάσεως ή εις ανέργερσιν οχυρωματικού τινος έργου, 2) Θα απαγορευθεί εις την Ελληνικήν στρατιωτικήν αεροπλοίαν να υπερίπταται του εδάφους της ακτής της Ανατολίας. Αντιστοίχως, η Οθωμανική Κυβέρνησις, θα απαγορεύση εις την στρατιωτικήν αεροπλοϊαν αυτής να υπερίπταται των ρηθεισών νήσων, 3) Αι ελληνικαί στρατιωτικαί δυνάμεις εν ταις ειρημέναις νήσοις θα περιορισθώσι εις τον συνήθη αριθμόν των δια την στρατιωτικήν υπηρεσίαν καλουμένων, οίτινες δύνανται να εκγυμνάζωνται επί τόπου, ως και εις δύναμιν χωροφυλακής και αστυνομίας ανάλογον προς την εφ΄ ολοκλήρου του ελληνικού εδάφους υπάρχουσαν τοιαύτην»). Το καθεστώς των Δωδεκανήσων ρυθμίζεται από την Συνθήκη των Παρισίων (1947), η οποία πράγματι προβλέπει την αποστρατιωτικοποίηση τους («Αι ανωτέρω νήσοι θα αποστρατιωτικοποιηθώσι και θα παραμείνωσιν αποστρατιωτικοποιημέναι»). Οι δυνάμεις εθνοφυλακής που βρίσκονται στα Δωδεκάνησα έχουν δηλωθεί από την χώρα μας σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις της συμφωνίας CFE. Σε κάθε περίπτωση όμως, αυτό το ζήτημα δεν αφορά την Τουρκία διότι δεν αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος της Συνθήκης των Παρισίων. Σύμφωνα με το άρθρο 34 της Συνθήκης της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών «μια συνθήκη δεν δημιουργεί υποχρεώσεις ή δικαιώματα για τρίτες χώρες εκτός των συμβαλλομένων». Επίσης, τα καθεστώτα αποστρατιωτικοποίησης έχασαν το λόγο ύπαρξής τους με τη δημιουργία των συνασπισμών του ΝΑΤΟ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας, ως ασύμβατα με τη συμμετοχή χωρών σε στρατιωτικούς συνασπισμούς. Τέλος, σε κάθε περίπτωση, οι επεκτατικές βλέψεις της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα νομιμοποιούν την τελευταία να ασκήσει το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας, αν ποτέ χρειαστεί. Αυτό, άλλωστε, είναι κάτι το οποίο προβλέπεται και από το άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Η διατήρηση στρατιωτικών δυνάμεων σε αυτές τις περιοχές, λοιπόν, είναι αναγκαία τόσο για την προστασία των κατοίκων των νησιών αυτών, όσο και για τη διασφάλιση της εθνικής μας κυριαρχίας συνολικά.

 

Η θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης


    Η Ελλάδα υποστηρίζει την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις όμως. Ειδικότερα, η Ελλάδα έχει καλέσει επανειλημμένως την Τουρκία να σεβαστεί την αρχή της καλής γειτονίας και να σταματήσει να συμπεριφέρεται παραβατικά. Επίσης, η χώρα μας έχει ζητήσει από την Τουρκία να λύσουν από κοινού και στη βάση των διεθνών κανόνων το ζήτημα που αφορά την υφαλοκρηπίδα κι αν χρειαστεί, να απευθυνθούν στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για την εύρεση μιας δίκαιης λύσης. Επιπλέον, μείζονος σημασίας είναι και το ζήτημα του σεβασμού των διεθνώς αναγνωρισμένων δικαιωμάτων της ελληνικής μειονότητας της Τουρκίας, καθώς και της θρησκευτικής ελευθερίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Από την πλευρά της, η χώρα μας σέβεται εμπράκτως την ελληνική μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη, τα δικαιώματά της και τα ιδιαίτερα πολιτισμικά της χαρακτηριστικά.

    Αυτά τα κριτήρια για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, και κάποια ακόμα, αποτυπώνονται στα θεμελιώδη ενταξιακά κείμενα αλλά και στη Στρατηγική για τη Διεύρυνση, στις ετήσιες Εκθέσεις Προόδου, σε Συμπεράσματα του Συμβουλίου, καθώς και σε άλλα επίσημα κείμενα της ΕΕ. Ο ρόλος της Τουρκίας στην ταραγμένη Νοτιοανατολική Μεσόγειο είναι ιδιαιτέρως σημαντικός, αφού, υπό τις κατάλληλες συνθήκες, μπορεί να αποτελέσει πυλώνα σταθερότητας για την ευρύτερη περιοχή. Επίσης, η συμμετοχή της Τουρκίας στην προσπάθεια που καταβάλλει η ΕΕ να διαχειριστεί τα τεράστια προσφυγικά κύματα των τελευταίων ετών είναι καθοριστικής σημασίας, αφού λόγω της γεωγραφικής της θέσης μπορεί να ελέγξει τις εισροές των προσφύγων στα ευρωπαϊκά εδάφη.

    Εντούτοις, παρά το γεγονός ότι η Τουρκία επιθυμεί να ενταχθεί στην ΕΕ και παράλληλα, αποτελεί σύμμαχο της Ελλάδας στο NATO, εξακολουθεί να μην τηρεί τους κανόνες δικαίου. Τόσο η Ελλάδα, όσο και η Κύπρος, έχουν διαμαρτυρηθεί επανειλημμένως στα αρμόδια όργανα της ΕΕ περί τούτου. Εκείνα, με τη σειρά τους, μέσω δηλώσεων, έχουν καλέσει πολλές φορές την Τουρκία να σεβαστεί την Ελλάδα και την Κύπρο και να σταματήσει να πραγματοποιεί μονομερείς ενέργειες. Δυστυχώς, όμως, έχει αποδειχθεί στην πράξη ότι αυτές οι δηλώσεις δεν είναι αποτελεσματικές.

    Στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αποδείχθηκε για ακόμη μια φορά ότι η ΕΕ δεν είναι έτοιμη να επιβάλλει κυρώσεις στην Τουρκία. Κατά των κυρώσεων τάχθηκαν η Γερμανία, η Ισπανία και η Ιταλία διότι αυτές οι χώρες εξαρτώνται οικονομικά από την Τουρκία περισσότερο σε σύγκριση με άλλες. Πιο αναλυτικά, από το 2004, η Γερμανία έχει εξάγει στην Τουρκία στρατιωτικούς εξοπλισμούς αξίας άνω των 1,5 δις ευρώ. Παράλληλα, το τραπεζικό σύστημα της Ιταλίας και της Ισπανίας εξαρτάται από την ευημερία της τουρκικής οικονομίας, αφού οι ισπανικές και οι ιταλικές τράπεζες έχουν εκταμιεύσει δάνεια στην αγορά της Τουρκίας συνολικής αξίας άνω των 90 δις ευρώ. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί στο σημείο αυτό, ότι πολλά ευρωπαϊκά εργοστάσια έχουν μετακομίσει στην Τουρκία επειδή το κόστος παραγωγής εκεί είναι πολύ χαμηλό. Έτσι, μπορούν να πωλούν τα προϊόντα τους σε πολύ ανταγωνιστικές τιμές, όχι μόνο στην ευρωπαϊκή αγορά αλλά και στην τεράστια τουρκική αγορά των 80 εκ. κατοίκων. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, κατά τη δεκαετία 2009-2019, το όφελος της Τουρκίας από τη συμφωνία που υπέγραψε με την ΕΕ για την εξαγωγή τουρκικών προϊόντων στην ευρωπαϊκή αγορά χωρίς δασμούς και χωρίς ποσοτικούς περιορισμούς, ανέρχεται στα 750 δις ευρώ.

    Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι μεγάλες βιομηχανικές χώρες της ΕΕ, όπως η Γερμανία, η Ισπανία και η Ιταλία καλούνται να θυσιάσουν τα οικονομικά τους συμφέροντα και να συναινέσουν στην επιβολή κυρώσεων σε βάρος της Τουρκίας προκειμένου να προστατέψουν την Ελλάδα και την Κύπρο. Για την ώρα, παρά το γεγονός ότι η Γαλλία τάχθηκε υπέρ της Ελλάδας και της Κύπρου σε αυτή την προσπάθεια, φαίνεται πως τα περισσότερα κράτη-μέλη δεν επιθυμούν να αντιτεθούν εμπράκτως στην Τουρκία και αρκούνται στις δηλώσεις καταδίκης.

    Ας ελπίσουμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα σταθεί στο ύψος της ένδοξης ιστορίας της και δεν θα θυσιάσει τις θεμελιώδεις αξίες της αλληλεγγύης και του κράτους δικαίου στον βωμό του βραχυπρόθεσμου κέρδους.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο κίνδυνος της μεταδημοκρατίας και η αξία της συμμετοχικότητας

The Danger of Post-Democracy and the Value of Participation

Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης: Μια αναγκαία πολιτειακή μετάβαση