Τί συμβαίνει στο Αφγανιστάν;

 Μια σύντομη ιστορική αναδρομή και ορισμένες χρήσιμες πληροφορίες για το Αφγανιστάν.

 

            Το Αφγανιστάν είναι μια μεγάλη χώρα της κεντρικής Ασίας, με έκταση 647.500 τετραγωνικά χιλιόμετρα, στην οποία κατοικούν περίπου 33.000.000 άνθρωποι. Στο περίκλειστο κράτος του Αφγανιστάν, τα 2/3 της έκτασης του οποίου καλύπτονται από ψηλά βουνά, οι χειμώνες είναι πολύ ψυχροί και τα καλοκαίρια είναι πολύ ζεστά. Οι μεγαλύτερες εθνοτικές ομάδες του Αφγανιστάν είναι οι Παστούν (που παράλληλα είναι και η μεγαλύτερη εθνοτική μειονότητα στο Πακιστάν) και οι Τατζίκοι (πολλοί εκ των οποίων ζουν και στο γειτονικό Ουζμπεκιστάν). Επίσης, ως προς τη θρησκεία, αξίζει να σημειωθεί ότι οι περισσότεροι πολίτες του Αφγανιστάν είναι Σουνίτες Μουσουλμάνοι.

Κατά την αρχαιότητα, η περιοχή του Αφγανιστάν είχε περάσει από τον έλεγχο τόσο της Περσικής Αυτοκρατορίας του Κύρου του Β’, όσο και της Μακεδονικής Αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Μάλιστα, η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Αφγανιστάν και άλλοτε πρωτεύουσά του, η σημερινή Κανταχάρ, είχε ιδρυθεί κατά το μακρύ παρελθόν από τον Μέγα Αλέξανδρο ως «Αλεξάνδρεια». Η εισβολή των πρώτων μουσουλμανικών δυναστειών στο Αφγανιστάν συνέβη πολλούς αιώνες αργότερα και συγκεκριμένα, ξεκίνησαν από τον 7ο αιώνα μ.Χ. Οι Γαζναβίδες, οι Τιμουρίδες, οι Σαφαβίδες αλλά και οι Μπαρακζάι, ως μουσουλμάνοι κατακτητές, επηρέασαν τις θρησκευτικές απόψεις των Αφγανών, οι περισσότεροι εκ των οποίων σταδιακά εγκατέλειψαν τον βουδισμό και τον ζωροαστρισμό, τις θρησκείες, δηλαδή, στις οποίες πίστευαν έως τότε, προκειμένου να προσχωρήσουν στο Ισλάμ.

Οι πολιτισμικές αυτές αλλαγές διήρκησαν πολλούς αιώνες και συνάντησαν πολλά εμπόδια, τα οποία προέρχονταν κυρίως από τους ίδιους τους Αφγανούς που, όπως ήταν αναμενόμενο, προσπάθησαν να αντισταθούν στους κατακτητές τους. Κατά τον 14ο αιώνα έγιναν οι πρώτες προσπάθειες των Αφγανών προκειμένου να οργανώσουν ένα ανεξάρτητο κράτους, αφού πρώτα κατάφεραν να επιβληθούν στις άλλες εθνοτικές ομάδες που επίσης είχαν εγκατασταθεί στην ευρύτερη περιοχή με την πάροδο των αιώνων.

Οι προσπάθειες των Αφγανών για την ίδρυση ενός ανεξάρτητου και ισχυρού κράτους τέθηκαν σε αναστολή όταν στα μέσα του 19ου αιώνα δέχθηκαν στρατιωτική εισβολή από τους Άγγλους, οι οποίοι, αφού κατέλαβαν την περιοχή του σημερινού Πακιστάν, επιχείρησαν να καταλάβουν και το τότε Αφγανιστάν. Το αποτέλεσμα του πρώτου αγγλοαφγανικού πολέμου, το 1842, ήταν υπέρ των Αφγανών. Εντούτοις, στον δεύτερο αγγλοαφγανικό πόλεμο, το 1880, οι Άγγλοι κατάφεραν να επιβληθούν στους Αφγανούς και έτσι, το έως τότε Εμιράτο του Αφγανιστάν, τέθηκε υπό τον έλεγχο του Άγγλου Αντιβασιλέα της Ινδίας. Πριν από την εισβολή των Άγγλων στο Αφγανιστάν, την ίδια ακριβώς περιοχή ήθελαν να ελέγξουν και οι Ρώσοι. Εξαιτίας του αγγλορωσικού ανταγωνισμού στην Ασία εκείνη τη εποχή, του λεγόμενου «Μεγάλου Παιχνιδιού», οι Άγγλοι προσπάθησαν να κατακτήσουν το στρατηγικής σημασίας Αφγανιστάν πριν από τους Ρώσους και τελικά, παρά τις αντιξοότητες, το κατάφεραν.

Μερικές δεκαετίες αργότερα και συγκεκριμένα το 1919, οι Αφγανοί εξεγέρθηκαν επιτυχημένα κατά των Άγγλων κατακτητών τους και κατάφεραν να διεκδικήσουν την ανεξαρτησία τους. Μέχρι το 1973, που την εξουσία του Αφγανιστάν ανέλαβε ο δημοκρατικός Μοχάμεντ Νταούντ, το πολίτευμα της χώρας ήταν συνταγματική μοναρχία. Το 1978, στα πλαίσια του Ψυχρού Πολέμου, σημειώθηκε πραξικόπημα και η χώρα πέρασε υπό τον έλεγχο του φιλοσοβιετικού καθεστώτος του Νουρ Ταρακί. Δύο χρόνια μετά, ένα ακόμη πραξικόπημα ανέτρεψε την κυβέρνηση της χώρας για να εγκατασταθεί ένα νέο φιλοσοβιετικό καθεστώς. Ύστερα από μια σειρά γεγονότων, εκ των οποίων ήταν και η Ιρανική Επανάσταση, η Σοβιετική Ένωση αποφάσισε να αποστείλει στρατεύματα στο Αφγανιστάν προκειμένου να το προστατέψει από μια ενδεχόμενη εισβολή των αντιπάλων της. Οι ΗΠΑ, ο μεγάλος αντίπαλος της Σοβιετικής Ένωσης εκείνη την εποχή, για να εμποδίσουν τους Σοβιετικούς να καταλάβουν το Αφγανιστάν, υποστήριξαν τόσο σε οικονομικό, όσο και σε τεχνικό επίπεδο κάποιες ομάδες ενόπλων ανταρτών, τους μουτζαχεντίν. Οι μουτζαχεντίν ήταν φανατικοί μουσουλμάνοι που κατοικούσαν εντός του Αφγανιστάν και θεωρούσαν τη Σοβιετική Ένωση ως εχθρό τους. Για τον λόγο αυτό, οι ΗΠΑ τους εκμεταλλεύτηκαν προκειμένου να προωθήσουν τα συμφέροντά τους στην περιοχή. Οι μάχες που ακολούθησαν μεταξύ του σοβιετικού στρατού και των μουτζαχεντίν ήταν σφοδρές.

Η σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν ήταν πολυετής, πολυδάπανη και αναποτελεσματική. Το χάος που προκάλεσαν οι αλλεπάλληλες συγκρούσεις στο εσωτερικό της χώρας ανέδειξε ένα νέο φονταμενταλιστικό κίνημα, αυτό των Ταλιμπάν. Μετά την αποχώρηση των σοβιετικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν και τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, ξέσπασε ένας μεγάλος εμφύλιος πόλεμος. Εκ των αντιμαχόμενων ομάδων των μουτζαχεντίν, αυτοί που τελικά επικράτησαν ήταν οι Ταλιμπάν. Αυτοί, αφού εκμεταλλεύτηκαν τη δυσαρέσκεια των Αφγανών απέναντι στις ξένες δυνάμεις, το 1996 κατάφεραν να θέσουν υπό τον έλεγχό τους ολόκληρο το Αφγανιστάν, με εξαίρεση κάποιες περιοχές που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο ορισμένων φιλοδυτικών δυνάμεων. Το Αφγανιστάν υπό τη διοίκηση των Ταλιμπάν έγινε αφιλόξενο όχι μόνο για τις ξένες δυνάμεις αλλά και για τους ίδιους τους Αφγανούς. Εκτιμάται ότι χιλιάδες αντιφρονούντες βασανίστηκαν και τελικώς δολοφονήθηκαν από τους Ταλιμπάν. Οι γυναίκες έχασαν σχεδόν όλα τους τα δικαιώματα και αντιμετωπίζονταν επί της ουσίας ως περιουσιακά στοιχεία των ανδρών. Πέραν τούτων, οι Ταλιμπάν κατέστρεψαν αναρίθμητα μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς στα πλαίσια του παράλογου τρόπου με τον οποίο ερμήνευαν το Ισλάμ.

Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν οι γνωστές σε όλους μας επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 στις ΗΠΑ. Με αφορμή αυτά τα γεγονότα, το ΝΑΤΟ, υπό τη διεύθυνση των ΗΠΑ, αποφάσισε να εισβάλει στο Αφγανιστάν και να ανατρέψει το αντιδημοκρατικό καθεστώς των Ταλιμπάν, που πλέον δεν συνιστούσε απειλή μόνο για τους κατοίκους του Αφγανιστάν αλλά για ολόκληρο τον κόσμο. Μετά την επιτυχημένη εισβολή των δυνάμεων του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ αποφάσισε να εγκαταστήσει στη χώρα διεθνή στρατιωτική δύναμη, τη διοίκηση της οποίας ανέλαβε το ίδιο το ΝΑΤΟ το 2003. Το 2004 διενεργήθηκαν εκλογές και Πρόεδρος της κυβέρνησης του Αφγανιστάν αναδείχθηκε ο Χαμίντ Καρζάι.

 

Το Αφγανιστάν σήμερα


    Από το 2004 που εγκαθιδρύθηκε η δημοκρατία στο Αφγανιστάν μέχρι και πριν από μερικές εβδομάδες, η κατάσταση της χώρας ήταν ασύγκριτα καλύτερη σε σχέση με αυτή που επικρατούσε την περίοδο που κυριαρχούσαν οι Ταλιμπάν. Ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούσε συνολικά η αφγανική κοινωνία προσέγγιζε τα δυτικά πρότυπα. Όλοι οι πολίτες, ανεξαρτήτως φύλου, φυλής ή θρησκευτικών πεποιθήσεων είχαν ίσα δικαιώματα και ίσες υποχρεώσεις ενώ όλοι οι κάτοικοι του Αφγανιστάν είχαν δικαίωμα πρόσβασης σε δίκαιη δίκη. Όλοι, τόσο εντός, όσο και εκτός τους Αφγανιστάν ατένιζαν το μέλλον της χώρας με μεγαλύτερη αισιοδοξία από ποτέ. Όλοι, εκτός από τους Ταλιμπάν. Αυτές οι ομάδες μουτζαχεντίν δεν έφυγαν ποτέ από το Αφγανιστάν. Απλώς εκτοπίστηκαν από το ΝΑΤΟ στα βουνά της χώρας, μακριά από τα μεγάλα αστικά κέντρα. Ίσως στην αρχή να ήταν αποδυναμωμένοι και ανίκανοι να βλάψουν το καλά φυλασσόμενο φιλοδυτικό καθεστώς του Αφγανιστάν, όμως με την πάροδο των ετών κατάφεραν να ανασυνταχθούν και να γίνουν και πάλι επικίνδυνοι. Παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ αλλά και πολλά κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ είχαν επενδύσει δισεκατομμύρια δολάρια για την ανοικοδόμηση του Αφγανιστάν και την εδραίωση της δημοκρατίας εκεί, πριν από μερικές εβδομάδες αποδείχθηκε περίτρανα ότι τα χρήματα αυτά δεν ήταν αρκετά για να καταστεί το δημοκρατικό καθεστώς του Αφγανιστάν βιώσιμο. Η απόφαση των ΗΠΑ να αποσύρουν τα στρατεύματά τους από το Αφγανιστάν φαίνεται πως αποτέλεσε την καλύτερη ευκαιρία για τους Ταλιμπάν προκειμένου να αντεπιτεθούν. Μέχρι τώρα, η επέλαση των εξτρεμιστών φαίνεται πως είναι ασταμάτητη. Μέσα σε λίγες εβδομάδες, οι Ταλιμπάν έχουν καταφέρει να ανακαταλάβουν σχεδόν το σύνολο της χώρας. Τα περισσότερα μέλη της αφγανικής κυβέρνησης έχουν ήδη εγκαταλείψει τη χώρα ενώ οι αφγανικές ένοπλες δυνάμεις αποδεικνύεται στην πράξη πως είναι ανίκανες να σταματήσουν τους Ταλιμπάν. Είκοσι χρόνια ασταμάτητων και γιγαντιαίων προσπαθειών των κρατών της Δύσης να σώσουν τους πολίτες του Αφγανιστάν από τους Ταλιμπάν μοιάζουν πλέον χαμένα. Οι εικόνες που μεταδίδουν τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων από το Αφγανιστάν είναι ανατριχιαστικές.

            Τί πήγε λοιπόν στραβά; Ο τρόπος με τον οποίο εξελίχθηκε το κίνημα των Ταλιμπάν μέχρι και το 2001 ήταν μία από τις βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις του Ψυχρού Πολέμου. Το γεγονός όμως ότι οι Ταλιμπάν κατάφεραν να ανασυνταχθούν και να ξαναπάρουν τον έλεγχο του Αφγανιστάν είκοσι χρόνια μετά την ήττα που υπέστησαν από τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ οφείλεται στο γεγονός ότι κάποιες χώρες, μη φιλικά διακείμενες προς το ΝΑΤΟ, στήριξαν το φονταμενταλιστικό τους κίνημα. Το παράνομο εμπόριο ναρκωτικών που διεξήγαγαν οι Ταλιμπάν επί σειρά ετών σίγουρα τους βοήθησε να ανακάμψουν οικονομικά ως τρομοκρατική οργάνωση. Από μόνο του όμως δεν ήταν αρκετό για να τους καταστήσει ικανούς να ανακαταλάβουν μια χώρα υπό διεθνή προστασία που διέθετε μάλιστα και επαγγελματικό στρατό εκπαιδευμένο και εξοπλισμένο σύμφωνα με τα πρότυπα του ΝΑΤΟ. Αυτά τα κράτη, λοιπόν, που στήριξαν και συνεχίζουν να στηρίζουν μέχρι σήμερα τους Ταλιμπάν, με πολλούς και διάφορους τρόπους, προσφέροντάς τους ακόμα και στρατιωτικούς εξοπλισμούς, φέρουν ένα τεράστιο μερίδιο ευθύνης για την ανθρωπιστική κρίση που έχει ήδη ξεσπάσει στο πολύπαθο Αφγανιστάν.

            Παράλληλα, είναι βέβαιο πως το ΝΑΤΟ έκανε λάθη κατά τη διαχείριση του σύνθετου προβλήματος του Αφγανιστάν. Αυτό, άλλωστε, είναι κάτι που παραδέχθηκε δημοσίως πριν από λίγες ημέρες και η Καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ. Ένα από αυτά τα λάθη ήταν και η υποτίμηση της δύναμης των Ταλιμπάν. Πλέον, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση, ο μόνος τρόπος για να ανατραπεί το καθεστώς των Ταλιμπάν που πρόκειται να εδραιωθεί είναι να μην αναγνωριστεί από τη διεθνή κοινότητα. Αυτό, όμως, είναι κάτι που φαντάζει αδύνατο στην πράξη καθώς το Αφγανιστάν, πέρα από τη σημαντική του γεωστρατηγική θέση, διαθέτει και τεράστιες ποσότητες ορυκτού πλούτου. Συνεπώς, θα πρέπει να θεωρηθεί σίγουρο ότι κάποιες χώρες θα θελήσουν να συνεργαστούν με το καθεστώς των Ταλιμπάν προκειμένου να αποκομίσουν οικονομικά οφέλη.

            Μέσα στους επόμενους μήνες, η Ευρωπαϊκή Ένωση και κυρίως η Ελλάδα θα κληθούν να διαχειριστούν ένα νέο κύμα προσφύγων. Πλέον, οι Αφγανοί δεν θα θεωρούνται μετανάστες, όπως στο παρελθόν, αλλά πρόσφυγες. Αυτό σημαίνει ότι το διεθνές δίκαιο δεν θα επιτρέψει στα κράτη υποδοχής να απελάσουν του Αφγανούς που θα ζητήσουν τη βοήθειά τους. Αντιθέτως, θα πρέπει να τους προστατέψουν. Σε αυτό το σημείο πρέπει να υπογραμμισθεί πως είναι μείζονος σημασίας τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να συμφωνήσουν μεταξύ τους σε δίκαιη κατανομή των προσφύγων. Για ακόμη μια φορά, στα δύσκολα χρόνια που διανύουμε, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να σταθεί και πάλι στο ύψος των περιστάσεων, όπως πάντα κάνει, και να στηρίξει με κάθε τρόπο τα κράτη που θα υποδεχθούν τους χιλιάδες, ίσως και εκατομμύρια κατατρεγμένους Αφγανούς.

            Για την ώρα, ας ελπίσουμε ότι οι αντιπρόσωποι των ισχυρών κρατών θα καθίσουν μαζί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και θα βρουν μια αποτελεσματική λύση προκειμένου να περιοριστεί όσο το δυνατόν περισσότερο η ανθρωπιστική κρίση στο Αφγανιστάν.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

"The elephant in the room"

«Ο ελέφαντας στο δωμάτιο»

The Danger of Post-Democracy and the Value of Participation