Τελικά, τί συμβαίνει στην Ουκρανία;

    Οι σχέσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας είχαν ξεκινήσει από την εποχή της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και συγκεκριμένα από το 1709 όταν οι ρωσικές δυνάμεις κατατρόπωσαν τις σουηδικές οι οποίες ήταν εγκατεστημένες στην ευρύτερη περιοχή της σημερινής Ουκρανίας. Ύστερα, λοιπόν, από αυτή την στρατιωτική επιτυχία οι Ρώσοι κυριαρχούσαν στην Ουκρανία επί σειρά ετών. Στην πραγματικότητα όμως, οι στενές σχέσεις μεταξύ της Ουκρανίας και της Ρωσίας εδραιώθηκαν λίγο μετά τη Ρωσική Επανάσταση και τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ειδικότερα, στην Ουκρανία του 1918, μετά την απελευθέρωση της χώρας από τις Κεντρικές Δυνάμεις, επικράτησαν οι ιδέες των Μπολσεβίκων με αποτέλεσμα η φιλοσοβιετική κυβέρνηση εκείνης της περιόδου να αποφασίσει την προσχώρηση της χώρας στη Σοβιετική Ένωση με το όνομα «Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ουκρανίας». Μάλιστα, το 1922, υπογράφοντας τη σχετική διεθνή σύμβαση, η Ουκρανία κατέστη εκ των ιδρυτικών μελών της Ε.Σ.Σ.Δ..

    Το 1991, ύστερα από τη διενέργεια δημοψηφίσματος, το Ανώτατο Σοβιέτ της Ουκρανικής Σ.Σ.Δ. αποφάσισε την αποχώρηση της Ουκρανίας από την Ε.Σ.Σ.Δ. και την πλήρη ανεξαρτητοποίησή της, δεδομένων και των αποτελεσμάτων του Ψυχρού Πολέμου. Έως τότε όμως, είχαν μεσολαβήσει πολλά γεγονότα που είχαν επηρεάσει τις σχέσεις μεταξύ των δύο συμμάχων, άλλοτε θετικά και άλλοτε αρνητικά. Για παράδειγμα, το 1954, στα πλαίσια των εορτασμών για τα 300 χρόνια από την Ένωση της Ρωσίας και της Ουκρανίας, το Ανώτατο Σοβιέτ της Ε.Σ.Σ.Δ. μεταβίβασε την Κριμαία από τη ρωσική επικράτεια στην ουκρανική. Τρεις δεκαετίες αργότερα, το 1986, συνέβη η έκρηξη στον Πυρηνικό Σταθμό Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας του Τσερνόμπιλ και στη συνέχεια ακολούθησαν τα τραγικά γεγονότα που επηρέασαν καθοριστικά τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων, τόσο εντός, όσο και εκτός της Ουκρανίας. Η αμφιλεγόμενη διαχείριση του πυρηνικού προβλήματος από τη σοβιετική διοίκηση σε συνδυασμό με την ακραία φτώχεια που μάστιζε επί σειρά ετών την ουκρανική κοινωνία ήταν μόνο κάποιοι από τους παράγοντες που οδήγησαν στην αποχώρηση της Ουκρανίας από την Ε.Σ.Σ.Δ.

    Παρά τα προβλήματα, η χώρα εν τέλει μπόρεσε να σταθεί στα πόδια της. Με την πάροδο των ετών ακολούθησαν ορισμένα επεισόδια που έμελλε να έχουν καθοριστική επίδραση στο μέλλον της Ουκρανίας. Οι πολιτικές αναταραχές κατά τη διάρκεια των προεδρικών εκλογών του 2004 οδήγησαν στην ήττα του φιλορωσικού κόμματος και στην επικράτηση του φιλοευρωπαϊκού κόμματος. Ήδη, βέβαια, είχαν διαμορφωθεί ευνοϊκές συνθήκες προκειμένου να προσχωρήσει η Ουκρανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εντούτοις, όταν το 2014 η συνθήκη προσχώρησης της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση έφτασε στα χέρια του ρωσόφιλου Προέδρου της χώρας Βίκτορ Γιανουκόβιτς, εκείνος αρνήθηκε να την υπογράψει με αποτέλεσμα να ξεσπάσουν βίαιες διαδηλώσεις σε ολόκληρο το Κίεβο. Στον απόηχο αυτών των αναταραχών, το Ουκρανικό Κοινοβούλιο κήρυξε έκπτωτο τον Πρόεδρο Γιανουκόβιτς και αυτός αναγκάστηκε να διαφύγει στη Ρωσία. Κατόπιν, σχηματίστηκε μια πολυκομματική κυβέρνηση ενώ παράλληλα οι φωνές των πολιτών που ζητούσαν την ένταξη της χώρας στην ΕΕ γίνονταν ολοένα και περισσότερες. Ως αντίποινα, ο Πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν διέταξε τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις να καταλάβουν την Κριμαία. Αφού αυτό συνέβη, η τοπική διοίκηση της Κριμαίας αποφάσισε τη διενέργεια ενός αμφιλεγόμενου δημοψηφίσματος προκειμένου η περιοχή να ανεξαρτητοποιηθεί από την Ουκρανία και στη συνέχεια να προσχωρήσει στη Ρωσία.

    Σε συνέχεια αυτών των εξελίξεων, οι αυτοανακηρυχθείσες Λαϊκές Δημοκρατίες του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ συγκρούστηκαν τόσο πολιτικά, όσο και στρατιωτικά με τις κυβερνητικές δυνάμεις της Ουκρανίας. Προκειμένου να αποφευχθεί μια γενικευμένη ένοπλη σύρραξη μεταξύ της Ουκρανίας και της Ρωσίας, με άγνωστες επιπτώσεις για ολόκληρη την Ευρώπη, η Γερμανία και η Γαλλία μεσολάβησαν μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών προκειμένου να επιτευχθεί ένας βιώσιμος συμβιβασμός. Τελικώς, επετεύχθη η υπογραφή δύο Πρωτοκόλλων μεταξύ της Ουκρανίας και της Ρωσίας τα οποία έμειναν γνωστά και ως «Τα Πρωτόκολλα του Μινσκ». Το πρώτο Πρωτόκολλο υπογράφηκε τον Σεπτέμβριο του 2014 και το δεύτερο τον Φεβρουάριο του 2015. Η υπογραφή του δεύτερου Πρωτοκόλλου ήρθε ουσιαστικά μετά την πρακτική ακύρωση του πρώτου, καθώς οι αντιμαχόμενες πλευρές δεν σεβάστηκαν τους όρους της συμφωνηθείσας ανακωχής και επανεκκίνησαν τις εχθροπραξίες.

    Θεωρητικά, τα Πρωτόκολλα του Μινσκ ισχύουν μέχρι και σήμερα και μάλιστα, αποτελούν τη βάση για οποιαδήποτε οριστική λύση αποφασιστεί στο μέλλον. Πρακτικά, ο πόλεμος της Ανατολικής Ουκρανίας, όπως ονομάζεται, καλά κρατεί. Από τη μία πλευρά, η Ρωσία πασχίζει για να διατηρήσει την Ουκρανία στη δική της σφαίρα επιρροής και απεύχεται την ένταξη των Ουκρανών στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Από την άλλη πλευρά, η Ουκρανική Κυβέρνηση αναγνωρίζει πως υπάρχει μια μεγάλη μερίδα πολιτών που επιθυμεί την ένταξη της χώρας στις δυτικές συμμαχίες και για τον λόγο αυτό προσπαθεί να βρει μια ισορροπημένη λύση. Η ΕΕ, με τη σειρά της, σέβεται την Ουκρανία και την αντιμετωπίζει ως έναν εν δυνάμει αξιόπιστο σύμμαχο και για τον λόγο αυτό καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να συμβάλλει στην επίλυση των εσωτερικών της υποθέσεων, πάντα με βάση το Διεθνές Δίκαιο.

    Εντούτοις, πιο κρίσιμο ρόλο φαίνεται να διαδραματίζουν οι ΗΠΑ. Η δυτική υπερδύναμη θεωρεί πως η παραμονή της Ουκρανίας εκτός της ΕΕ και του ΝΑΤΟ αποτελεί μια άμεση απειλή για τα συμφέροντα των ευρωπαίων συμμάχων της και κατ’ επέκταση για τα δικά της εθνικά συμφέροντα. Για τον λόγο αυτό, το τελευταίο χρονικό διάστημα, οι ΗΠΑ πραγματοποιούν διπλωματικές επαφές με τον μεγάλο τους ψυχροπολεμικό αντίπαλο, τη Ρωσία, προκειμένου να εξεύρουν μια ουσιαστική λύση για το ουκρανικό πρόβλημα που πιστεύουν ότι μπορεί να πυροδοτήσει έναν γενικευμένο ευρωπαϊκό πόλεμο αν παραμείνει άλυτο.

    Εν ολίγοις, ο πόλεμος της Ανατολικής Ουκρανίας και το Ουκρανικό Ζήτημα ευρύτερα, αποτελεί ένα πρόβλημα μείζονος σημασίας πρωτίστως για τα κράτη της ΕΕ και προφανώς για γεωπολιτικούς λόγους. Η συμφωνία, όποτε κι αν αυτή επιτευχθεί, θα απαιτεί αμοιβαίες υποχωρήσεις και σίγουρα θα προτάσσει τη σταδιακή επίλυση του περίπλοκου αυτού ζητήματος. Όπως εξηγήθηκε και προηγουμένως, οι ρίζες αυτού του προβλήματος φθάνουν βαθιά μέσα στην ουκρανική κοινωνία και γι’ αυτόν τον λόγο, σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να γίνει σεβαστή η γνήσια λαϊκή βούληση που μόνη της θα καθορίσει το μέλλον της.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

"The elephant in the room"

«Ο ελέφαντας στο δωμάτιο»

The Danger of Post-Democracy and the Value of Participation