Ευρώπη: Η επόμενη μέρα

Η Ευρώπη, με μια ευρύτερη, γεωπολιτική διάσταση του όρου, αντιμετωπίζει πολλαπλά περιφερειακά προβλήματα, ειδικά από το 2014 και ύστερα.

Ειδικότερα, η εισβολή της Ρωσίας στην Κριμαία, στις αρχές της άνοιξης του 2014, η ραγδαία επιδείνωση της προσφυγικής κρίσης εξαιτίας των ενόπλων συρράξεων ή/και των πολιτικών διώξεων που διενεργούνταν, από ένα σημείο και ύστερα (2014 – 2016), σχεδόν παράλληλα σε χώρες της Μέσης Ανατολής (π.χ. ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία,  ο πόλεμος των κυβερνητικών δυνάμεων του Ιράκ κατά του Ισλαμικού Χαλιφάτου και η δεύτερη φάση του πολέμου των κυβερνητικών δυνάμεων του Αφγανιστάν κατά των Ταλιμπάν) και της Αφρικής (π.χ. ο εμφύλιος πόλεμος στη Σομαλία και ο πόλεμος στο Νταρφούρ (Σουδάν)), αλλά και εσχάτως, τόσο η δεύτερη και γενικευμένη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, που οδήγησε στη de facto παράλυση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, σε συνδυασμό με τη μετέπειτα επιδείνωση του Παλαιστινιακού Ζητήματος (2023), όσο και τα πραξικοπήματα σε επτά χώρες του Σαχέλ μεταξύ του 2020 και του 2023 (Μπουρκίνα Φάσο, Τσαντ, Γκαμπόν, Γουινέα, Μάλι, Νίγηρας και Σουδάν), όλα αυτά, ως περιφερειακά προβλήματα, δημιουργούν, μαζί με τα διεθνή προβλήματα (π.χ. άνοδος του πληθωρισμού, ενεργειακή κρίση, κλιματική κρίση, συσσώρευση του παγκόσμιου πλούτου στα χέρια των λίγων και μείωση των δυνατοτήτων κοινωνικής ανέλιξης κ.α.) μια κατάσταση άκρως απειλητική για την  πολιτική και την κοινωνική υπόσταση της Ευρώπης, όχι μόνο του σήμερα αλλά και του αύριο.

 

Περιορισμός του ρόλου των ξένων δυνάμεων επί ευρωπαϊκού εδάφους

Ο ρόλος των κρατών που γεωγραφικά δεν ανήκουν στην ευρωπαϊκή ήπειρο θα πρέπει να περιοριστεί. Είναι αδιανόητο οι αποφάσεις κρατών που δεν αντιλαμβάνονται τους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς να επιδιώκουν και να τους επιτρέπεται να έχουν αποφασιστική ισχύ για την επίλυση περιφερειακών προβλημάτων.

Πιο συγκεκριμένα, ένα από τα μεγάλα προβλήματα της ΕΕ και των περιφερειακών της συμμάχων αυτή τη χρονική περίοδο είναι πως, όπως λέει και το λαϊκό ρητό, «άλλος σπάει και άλλος πληρώνει». Λόγου χάρη, για στρατηγικά λάθη τρίτων χωρών στη Μέση Ανατολή, η ΕΕ είναι υποχρεωμένη να «σηκώσει στις πλάτες της» τις επιπτώσεις όλων αυτών των ενόπλων συρράξεων και να διαχειριστεί, μεταξύ πολλών άλλων, και  το δυσβάσταχτο, τόσο οικονομικά, όσο και κοινωνικά, προσφυγικό ζήτημα.

Η επίτευξη της στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ είναι πλέον επιβεβλημένη. Μόνο κριτήριο για τη λήψη των αποφάσεών της πρέπει να είναι η εξυπηρέτηση των δικών της συμφερόντων, είτε περιφερειακών, είτε παγκόσμιων, και όχι των συμφερόντων τρίτων.

Με συνολικό ΑΕΠ 14,5 τρις ευρώ και 14% μερίδιο επί του παγκόσμιου εμπορίου αγαθών (δεύτερη μετά την Κίνα), η ΕΕ και πρέπει και μπορεί να πάψει να είναι το «μακρύ χέρι» τρίτων δυνάμεων που δεν ενδιαφέρονται για τίποτε άλλο πλην από την εξυπηρέτηση ιδίων συμφερόντων, αδιαφορώντας πλήρως για την επίτευξη οποιασδήποτε αμοιβαία επωφελούς συμφωνίας, ακόμα και μεταξύ των ίδιων τους των συμμάχων.


Περαιτέρω επένδυση στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία

Υπό τις προαναφερθείσες περιφερειακές συνθήκες, είναι επιβεβλημένο η ΕΕ να θωρακιστεί αμυντικά, μέσω ενός συμπεφωνημένου στρατηγικού σχεδιασμού μεταξύ όλων των κρατών-μελών, αφήνοντας στην άκρη τους όποιους κοντόφθαλμους εθνικούς εγωισμούς και κατανοώντας τις ουσιαστικές, μακροπρόθεσμες ανάγκες της ηπείρου.

Στην Ευρώπη έχουν την έδρα τους κορυφαίες, δημόσιες εταιρείες σχεδιασμού και παραγωγής αμυντικών συστημάτων, με κράτη όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ισπανία, η Φινλανδία, η Νορβηγία, η Ιταλία και η Σουηδία να είναι μεγαλομέτοχοί τους (π.χ. Airbus, Naval Group, Navantia, Kongsberg Gruppen, Saab, Patria, Thales, Leonardo, Rheinmetall κ.α.). Παρά το γεγονός ότι ο προϋπολογισμός αυτών των εταιρειών είναι πολύ μικρότερος σε σύγκριση με τον αντίστοιχο εταιρειών στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, εντούτοις, τα προϊόντα που σχεδιάζουν είναι εξαιρετικής ποιότητας και συγκαταλέγονται μεταξύ των κορυφαίων παγκοσμίως. Παράλληλα, η επίτευξη υψηλών τεχνολογικών στόχων με λιγότερα, επί της ουσίας, χρήματα, αναδεικνύει τόσο την εξαιρετική τεχνική κατάρτιση των Ευρωπαίων επιστημόνων που συμμετέχουν σε αυτά τα αμυντικά προγράμματα, όσο και την αξία της απουσίας του κερδοσκοπικού παράγοντα (μιας και η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία είναι πρωτίστως υπό κρατική ιδιοκτησία και όχι ιδιωτική), η ύπαρξη του οποίου, σε άλλες περιπτώσεις, οδηγεί στη σταδιακή υποβάθμιση της ποιότητας των όποιων προϊόντων προορίζονται για την εξυπηρέτηση σκοπών εθνικής ασφάλειας.

 

Τα θέματα της συζήτησης μετά τις ευρωπαϊκές εκλογές

Με την αναμενόμενη άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, είναι μείζονος σημασίας να ανοίξει ένας μεγάλος δημόσιος διάλογος σε σχέση με την κατεύθυνση της Ευρώπης από εδώ και στο εξής. Όχι της Ιταλίας, της Γερμανίας, της Γαλλίας ή της Ελλάδας. Της Ευρώπης, σαν ένα.

Οι συζητήσεις για την ένταξη των κρατών των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ πρέπει να επιταχυνθούν και οι στρατηγικές επενδύσεις της ΕΕ στις περιοχές αυτές πρέπει να αυξηθούν άμεσα ούτως ώστε ο μέσος πολίτης να διαπιστώσει με τα ίδια του τα μάτια την αξία του να ενταχθεί η χώρα του στην ΕΕ, καθώς η ποιότητα της ζωής του θα αρχίσει να βελτιώνεται αισθητά.

Η προσέγγιση της ΕΕ με τη Ρωσία είναι τόσο δύσκολη, όσο και αναγκαία. Πρέπει να γίνει κατανοητό πως η Ρωσία υπήρχε πριν από τον Πούτιν και θα συνεχίσει να υπάρχει και μετά από αυτόν. Η επιβολή σκληρών, μακροπρόθεσμων οικονομικών κυρώσεων πλήττει, εν τέλει, τον μέσο Ρώσο πολίτη και όχι τον Πούτιν και το επιτελείο του που ούτως ή άλλως συνεχίζουν να ζουν πλουσιοπάροχα σε βάρος του ρωσικού λαού. Εχθρός της ΕΕ δεν πρέπει να είναι η Ρωσία, με την οποία οι λαοί της υπόλοιπης Ευρώπης έχουν κοινή ιστορία πολλών αιώνων, αλλά ο δικτάτορας Πούτιν και η κυβέρνησή του.

Η επερχόμενη συμφωνία μεταξύ της ΕΕ και της Ρωσίας, σε συνέχεια των προαναφερθέντων, θα πρέπει να εδράζεται στη βάση μόνο των περιφερειακών συμφερόντων των δύο πλευρών και τρίτες δυνάμεις δεν θα πρέπει να έχουν κανέναν λόγο σε αυτή.

Όσον αφορά την Ουκρανία, πρέπει, την επομένη της σύναψης ειρήνης με τη Ρωσία, να δρομολογηθεί η διαδικασία ένταξής της στην ΕΕ, αφού είναι ξεκάθαρο ότι ανήκει στην Ένωση, τόσο πολιτισμικά, όσο και (πλέον) πολιτικά.

Ταυτόχρονα, είναι σημαντικό να ανοίξει και ο διάλογος για ένα ζήτημα που αφορά εκατομμύρια πολίτες ανά την ΕΕ: αυτό της πολιτισμικής ένταξης πρωτίστως των μεταναστών.

Είναι εμφανές ότι οι ευρωπαϊκές πολιτικές κοινωνικής ένταξης των μεταναστών, τόσο από τη Μέση Ανατολή, όσο και από την Αφρική, δεν αποδίδουν τόσο όσο θα έπρεπε. Οι μεν ταλαιπωρημένοι μετανάστες αισθάνονται περιθωριοποιημένοι και οι δε ντόπιοι, απειλούμενοι, εξαιτίας των γκέτο που αναγκαστικά οι μετανάστες δημιούργησαν και συνεχίζουν να δημιουργούν.

Στη δημοκρατία, σε αυτά τα μεγάλα κοινωνικά ζητήματα, δεν θα πρέπει να υπάρχουν ταμπού. Εκατομμύρια πολίτες της ΕΕ θα στείλουν ένα μήνυμα στις κάλπες της ερχόμενης Κυριακής και όλοι, τόσο οι πολιτικοί, όσο και εμείς, οι συμπολίτες τους, θα πρέπει να τους ακούσουμε και να δρομολογήσουμε τις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να βρούμε ένα σημείο σύγκλισης, παρά τις όποιες ιδεολογικές διαφορές που μπορεί να μας χωρίζουν.

 

Οι νέοι στην πρώτη γραμμή

Σε όλες αυτές τις προσπάθειες για αλλαγή, προς μια καλύτερη ζωή για όλους τους Ευρωπαίους, στην πρώτη γραμμή πρέπει να βρίσκονται οι νέοι, κυρίως οι Millennials και οι Zoomers.

Αυτές οι νέες γενιές Ευρωπαίων, ως οι πιο μορφωμένες στην ιστορία του ανθρώπου, θα πρέπει, πρώτον και κύριον, να δείξουν αλληλεγγύη στις επόμενες γενιές, κάτι που οι προηγούμενες γενιές δεν φρόντισαν να κάνουν.

Για παράδειγμα, εξερχόμενοι από μια περίοδο απίστευτης σπατάλης φυσικών πόρων, παγκοσμίως, εξαιτίας της επικίνδυνης νοοτροπίας ότι ο πλανήτης μας ανήκει μόνο στον άνθρωπο και εξαρτάται από αυτόν, δεν υπάρχει η πολυτέλεια για υπερεκμετάλλευση αυτών των εναπομεινάντων φυσικών πόρων.

Με άλλα λόγια, η προώθηση της πολυεπίπεδης πράσινης ανάπτυξης είναι μονόδρομος, καθώς πλέον μιλάμε για ένα κρίσιμο ζήτημα που αφορά την επιβίωση του ίδιου του ανθρώπινου είδους. Σαφώς, η ΕΕ είναι ήδη πρωτοπόρα σε τέτοιου είδους θέματα και πρέπει να παραμείνει έτσι, παρά τα όποια εμπόδια μπορεί κατά καιρούς να θέτουν κράτη εκτός της Ευρώπης, μέσω της προώθησης ψευδοεπιστημονικών θεωριών.

 

Σε αυτό το πλαίσιο, με βάση τα όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως, και φυσικά πολλά ακόμη που δεν μπορούν να αναλυθούν σε ένα μόνο άρθρο, πρέπει επιτέλους να ανοίξει και η συζήτηση για τη σύσταση ενός ομοσπονδιακού κράτους στην Ευρώπη, στο πρότυπο των ΗΠΑ (σχετικό άρθρο). Πολιτειακά, είμαστε ήδη σχεδόν εκεί. Το κοινό μας νόμισμα, η κοινή μας αγορά, τα κοινά νομοθετικά, εκτελεστικά και δικαστικά μας όργανα, οι ευρωεκλογές, η βαθιά μας πίστη στη δημοκρατία και ο ανθρωποκεντρικός χαρακτήρας των κοινωνιών μας, είναι όλα εκεί και περιμένουν πλέον μόνο ένα πράγμα: τη θέσπιση ενός κοινού Συντάγματος και εν συνεχεία, τον σχηματισμό μιας ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Αυτά τα οποία έχουμε να χωρίσουμε μεταξύ μας οι λαοί της Ευρώπης είναι, μέρα με την ημέρα, ολοένα και λιγότερα σε σύγκριση με αυτά που μας ενώνουν.

Ας κάνουμε το επόμενο βήμα και ας επιτρέψουμε στους εαυτούς μας να γίνουμε μια παγκόσμια υπερδύναμη, διασφαλίζοντας έτσι την στρατηγική μας ανεξαρτησία, κόντρα σε όλους όσοι την επιβουλεύονται.

Popular posts from this blog

«Ο ελέφαντας στο δωμάτιο»

"The elephant in the room"